
Γράφει για «το σπίρτο» ο Γιάννης Σκουρογιάννης
Τη νύχτα της 27ης Μαρτίου 1943 μία ομάδα ανταρτών του ΕΛΛΑΣ με καπεταναίους τον Ψηλορείτη (φοιτητή από την Κρήτη) και τον Στρατό, συνέλαβε, χωρίς να πέσει ούτε μία ντουφεκιά, 14 Γερμανούς, που ήταν όλη η δύναμη του φυλακίου των Λουτρών Πλατυστόμου. Ανάμεσα τους ήταν και η Γερμανίδα Γερτρούδη Σαμοθράκη, η γνωστή μαντάμ, «φιλοξενούμενη» του μισθωτή των Λουτρών Σταύρου Χαραλαμπόπουλου. Η ομάδα των 12 ανταρτών πήρε εντολή να χτυπήσει το φυλάκιο των Γερμανών, αφού ζητήσει τη συμπαράσταση της οργάνωσης Πλατυστόμου και ενισχύσεις από τον εφεδρικό ΕΛΛΑΣ, που στάθμευε στα γύρω βουνά. Να σημειωθεί ότι, μέχρι το Φεβρουάριο του 1943, οι αντάρτες δεν έρχονταν σε συγκρούσεις και συμπλοκές με τους Γερμανούς, επιτίθεντο μόνο εναντίον των Ιταλών. Τα πράγματα όμως, άλλαξαν από το Μάρτιο του 1943, που ο ΕΛΛΑΣ απόκτησε σημαντικές δυνάμεις από τους καταταγέντες στις τάξεις του ΄Ελληνες. Η οργάνωση Πλατυστόμου, βλέποντας τη μικρή ομάδα των 12 ανταρτών και το λιγοστό οπλισμό τους (ένα οπλοπολυβόλο, 3 αυτόματα και 6 τουφέκια) κατέστρωσε το εξής σχέδιο αιφνιδιασμού των Γερμανών: ΄Εστειλε τον Αθανάσιο Σκουρογιάννη (αδελφό του γράφοντος) και το Γεώργιο Ευθυμίου ή Μάμο στα Λουτρά να απασχολήσουν τους Γερμανούς, έως την ώρα που θα συγκεντρώνονταν όλοι στην τραπεζαρία του ξενοδοχείου «ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ» για το βραδινό τους δείπνο.
Όπως τους είχε πληροφορήσει ο επιστάτης των Λουτρών Βασίλειος Πλατιάς, οι Γερμανοί συνήθιζαν να συγκεντρώνονται στην τραπεζαρία όλοι μαζί και ήταν πάντα άοπλοι. Στο μεταξύ, με το σούρουπο στις ρεματιές γύρω από το ξενοδοχείο είχαν κρυφτεί οι αντάρτες ενισχυμένοι και από ένοπλους Ελλασίτες. Οι παραπάνω αναφερθέντες Πλατυστομάτες (Σκουρογιάννης και Ευθυμίου) με την δύση του ηλίου, βρέθηκαν στα Λουτρά. Οι Γερμανοί ανυποψίαστοι και αμέριμνοι τους καλωσόρισαν και τους προσκάλεσαν στο δείπνο. ΄Ηταν γνωστοί στους Γερμανούς και ιδίως στη μαντάμ από παλαιότερες επισκέψεις και συναναστροφές, αφού έπαιζαν μαζί τους χαρτιά, τάβλι και έπιναν καφέδες ή ποτά. Δεν κάθισαν για φαγητό, δέχτηκαν μόνο ένα ποτό. Αφού συγκεντρώθηκαν όλοι για το δείπνο, τους ευχαρίστησαν για την πρόσκληση, καληνύχτισαν και έφυγαν. Κατεβαίνοντας τα σκαλιά του ξενοδοχείου, μπούκαραν οι αντάρτες οπλισμένοι με αυτόματα, συνέλαβαν όλους του Γερμανούς, που δεν πρόβαλαν καμία αντίσταση. Νύχτα, τους οδήγησαν στην Παλαιά Γιαννιτσού, για περισσότερη ασφάλεια. Λίγες μέρες αργότερα, τους μετέφεραν στην Κολοκυθιά. Εκεί είχαν οδηγηθεί και άλλοι συλληφθέντες γερμανοί από διάφορα άλλα φυλάκια (Γραβιάς, Κούρνοβου, Σμοκόβου). Από τους συλληφθέντες έλειπε ο επικεφαλής των Λουτρών Αξιωματικός Φράντς Μάγερ, υπεύθυνος και του εργοστασίου ξυλείας, που λειτουργούσε στη Μακρακώμη (στη θέση όπου σήμερα βρίσκεται το Κέντρο Υγείας). Κουβαλούσε την παραγόμενη ξυλεία στην ανατιναχθείσα τη νύχτα της 25ης προς 26ης Νοεμβρίου 1942 γέφυρα του Γοργοποτάμου, την οποία οι Γερμανοί αντικατέστησαν με ξύλινη για να συνδέσουν το γρηγορότερο τη σιδηροδρομική γραμμή, για τις ανάγκες των γερμανικών στρατευμάτων.
Μη μπορώντας ο Φ. Μάγερ να επικοινωνήσει με τους Γερμανούς των Λουτρών, απεφάσισε ο ίδιος με τον οδηγό του αυτοκινήτου του και δύο άλλους στρατιώτες να τους επισκεφθεί πλην όμως δεν βρήκε ψυχή. Κατάλαβε ότι κάτι κακό συμβαίνει και πήρε το δρόμο της επιστροφής. Στη Μάκρη, τους σταμάτησε η τοπική οργάνωση για έλεγχο, τους συνέλαβαν και τους οδήγησαν στην Κολοκυθιά. Μετά την απόρριψη της πρότασης της διοίκησης του ΕΑΜ-ΕΛΛΑΣ που έστειλε με επιστολή της στο διοικητή των Γερμανών Λαμίας «να ανταλλαγούν οι συλληφθέντες Γερμανοί με Έλληνες φυλακισμένους στις φυλακές Λαμίας» τους σκότωσαν στην Κολοκυθιά, 34 συνολικά κρατούμενους. Ο Γερμανός διοικητής στην επιστολή των Ελλήνων απάντησε «Δεν διαπραγματευόμαστε με άτακτους» εννοώντας τους αντάρτες. Τα οστά του περισυνέλεξε ο γιός του αξιωματικού Φ. Μάγερ, ( φωτογραφία) Γερμανός επιχειρηματίας, ύστερα από 30 χρόνια αναζήτησης του πατέρα τους, γιατί το γερμανικό κράτος τον θεωρούσε αγνοούμενο και όχι σκοτωμένο. Έκανε πολλά ταξίδια και σε ένα από αυτά ήλθε και στη Μακρακώμη με την μητέρα του. Κατέβηκε στην πλατεία και δείχνοντας τη φωτογραφία του πατέρα του, τον αναγνώρισαν πολλοί Μακρακωμίτες, που δούλευαν στο εργοστάσιο ξυλείας, του οποίου ήταν επικεφαλής. Σε άλλο ταξίδι, το Πάσχα του 1986, ήλθε και στον αδελφό μου στο Πλατύστομο, δηλώνοντας δημοσιογράφος, δείχνοντας και πάλι τη φωτογραφία του πατέρα του, όπου έμαθε και όλη την αλήθεια για την τύχη και το τέλος του πατέρα του. Ο γιός Χ. Φ. Μάγερ έγραψε και ένα βιβλίο 450 σελίδων με τον τίτλο «Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ» όπου περιγράφει λεπτομερέστατα τις πολύχρονες δραματικές και αγωνιώδες έρευνες να βρει τον πατέρα του. Προσφέρει και μία εικόνα του Ελληνικού απελευθερωτικού αγώνα στην περίοδο της κατοχής. Αντίτυπα του βιβλίου αυτού πουλήθηκαν και από βιβλιοπωλεία της Μακρακώμης. Σας το συνιστώ.
Αφήστε μια απάντηση