
Γράφει ο Μνήμων – Τον επικήδειο εκφώνησε ο δικηγόρος Γιώργος Ράμμος
Πάνε σχεδόν 40 μέρες από την ημέρα που η καθηγήτριά μας, ΚΥΡΙΑ Σοφία Φωκιανού – Λαμπαδιάρη, άφησε την τελευταία της πνοή και βύθισε στο πένθος την οικογένειά της, τους μαθητές της και τους φίλους της.
Στις 15/7/2018 στον Ιερό Ναό της Αγίας Τριάδος στη Μακρακώμη, μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας, τελέστηκε επιμνημόσυνη δέηση στη μνήμη της και η οικογένεια της δέχτηκε για μια ακόμα φορά τα συλλυπητήρια των στενών της ανθρώπων αλλά και των μαθητών της.
Λίγα λόγια για τη καθηγήτρια ΚΥΡΙΑ Σοφία – Φωκιάνου
Με καταγωγή από την Φώκαια, αρχαία πόλη της Ιωνίας, ήρθε από τη γενέτειρά της Θεσσαλονίκη σε νεαρή ηλικία, καθηγήτρια στο Γυμνάσιο Μακρακώμης, αν θυμάμαι καλά το 1964.
Σπουδαίος άνθρωπος και σπουδαία καθηγήτρια που έμελε στα επόμενα χρόνια της ζωής της να συναντήσει έναν επίσης σπουδαίο και αξιαγάπητο Μακρακωμίτη το Φαρμακοποιό Σάββα Λαμπαδιάρη και να φτιάξουν μια ευτυχισμένη οικογένεια που ολοκληρώθηκε με τις δυο τους κόρες Φαίδρα και Λυδία.
Πριν από 40 περίπου μέρες η πόλη της Μακρακώμης είπε το τελευταίο αντίο στη καθηγήτρια της καρδιάς της, τη Κυρία Σοφία Φωκιανού – Λαμπαδιάρη.
Στη τελευταία της κατοικία την συνόδευσαν ο σύζυγός της, Σάββας, οι κόρες της, Φαίδρα και Λυδία, πολλοί συγγενείς, οι μαθητές της και πλήθος Μακρακωμιτών.
Κάποιος παλιός συμμαθητής μου που συνάντησα λίγες μέρες πριν από το μνημόσυνο μου είπε με παράπονο….
«Μπορεί να μην διάβαζα πολύ αλλά δεν έχει σημασία. Σημασία έχει που την είχα καθηγήτρια….»
Κατά τη διάρκεια της πολύχρονης υπηρεσίας της ως καθηγήτρια στο Γυμνάσιο – Λύκειο Μακρακώμης προσπάθησε και δούλεψε με όλες τις δυνάμεις της για να διδάξει.., να καθοδηγήσει…, να δώσει γνώσεις και συγχρόνως να ομορφαίνει τις σχολικές μέρες των μαθητών της……
Επειδή τα πολλά λόγια είναι φτώχεια και δεν θέλω να τραβήξω πολύ το μονόλογό μου, θα πω ένα μεγάλο ευχαριστώ εκ μέρους των μαθητών Σας και θα ευχηθώ οι μαθητές να έχουν τη δική μας τύχη… να έχουν δασκάλους σαν και Σας Κυρία Σοφία.
Νομίζω πως ναι, τα είπα όλα και τώρα πλέον μπορώ να πω με σιγουριά ότι τουλάχιστον οι μαθητές Σας δεν πρόκειται να Σας ξεχάσουν!!!
Τον επικήδειο εκ μέρους των μαθητών της Κυρίας Σοφίας Φωκιανού εκφώνησε ο δικηγόρος κ. Γιώργος Ράμμος (τάξη 1969).
Αγαπητοί μου,
Σε εμένα έλαχε ο κλήρος, εκ μέρους των μαθητών του γυμνασίου Μακρακώμης, που αποφοίτησαν την σχολική χρονιά 1968-1969,να εκφωνήσω τον ύστατο χαιρετισμό τους προς τη δασκάλα τους, με την ουσιαστική του όρου έννοια, χαιρετισμό που έγραφε ο τότε μαθητής της Γιώργος Ράμμος, που λόγω συναισθηματικής φόρτισης δεν του ήταν μπορετό να το κάνει ο ίδιος.
Κυρία Σοφία,
Σε προσφωνούμε έτσι, κόντρα στις τυπικότητες των γραμματικών που λένε, ότι οι νεκροί δεν προσφωνούνται «κύριοι, κυρίες» για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι διότι έτσι σε προσφωνούσαμε και σε αισθανόμασταν οι πολλές σχολικές γενιές, που δίδαξες και μόρφωσες και έτσι θα μείνεις γι απάντα στη μνήμη μας.
Και ο δεύτερος είναι διότι δεν σε αισθανόμαστε ως απούσα, αφού είσαι και θα είσαι παρούσα με το μεγάλο και ξεχωριστό έργο σου.
Στο άκουσμα του απρόσμενου χαμού σου, μια λέξη κυριαρχούσε στην πλατεία της πόλης μας, που έζησες και τόσο αγάπησες, φτωχύναμε!
Και η γεμάτη καμάρι φράση όσων είχαν την τύχη να είναι μαθητές σου: «ήμουν κι εγώ μαθητής της».
Θα υπήρχε άραγε για τον καθένα από εμάς καλύτερη επιβράβευση και αναγνώριση της ζωής και του έργου του; αυτές και μόνο οι φράσεις θα αρκούσαν ως ο ιδανικός επικήδειος λόγος στη μνήμη και προς τιμή της αγαπημένης μας δασκάλας.
Θα μπορούσε, βέβαια, να ισχυρισθεί κάποιος ότι οι επικήδειοι ενέχουν μέσα τους το στοιχείο της ματαιοδοξίας. Μπορεί να είναι κι έτσι. Όπως και να είναι όμως, ο επικήδειος τελικά είναι η ανάγκη των ζωντανών να επικοινωνήσουν με αυτόν που έφυγε, την ύστατη, πριν τον οριστικό αποχωρισμό τους, στιγμή.
Στιγμή που αποκτά ιδιαίτερη και ξεχωριστή σημασία, συναισθηματική φόρτιση και συμβολισμό, όταν μαθητές αποχαιρετούν την δασκάλα τους.
Κυρία Σοφία,
Αυτή και μόνο η ανάγκη, ως ελάχιστη οφειλόμενη από εμάς απόδοση σεβασμού και αναγνώρισης του καταλυτικού ρόλου που διαδραμάτισες στη διαμόρφωση και στην ολοκλήρωση της προσωπικότητάς μας, μας κάνει να επικοινωνήσουμε μαζί σου, έστω και με αυτόν τον τρόπο, επώδυνο για όλους μας.
Παραφράζοντας τα λόγια της Κικής Δημουλά θα λέγαμε ότι η επικοινωνία μας αυτή μας βοηθάει, όσο το κερί που ανάβουμε μπαίνοντας σε ένα έρημο καταργημένο ξωκλήσι, με φευγάτους όλους τους Αγίους. Η ακόμα ότι μπορεί να ωφελεί, όσο μια παυσίπονη σταγόνα σε έναν ωκεανό λύπης. Δεν είναι λίγο!
Στους απλούς και γεμάτους ουσία ανθρώπους, που η μεγαλοσύνη τους από όποια πλευρά κι αν τη δει κανείς είναι αναμφισβήτητη, δεν ταιριάζουν μεγάλα και βαρύγδουπα λόγια, αλλά λόγια απλά, μετρημένα, μεστά και από καρδιάς βγαλμένα, κατά πως αρμόζουν στην απλή, αλλά γεμάτη ζωή που έζησαν.
Δασκάλα μας, αυτές τις στιγμές που δεν θέλουμε να κλάψουμε για να μην λιγοστέψει ο πόνος μας για τον ξαφνικό χαμό σου, αλλά δεν μας είναι μπορετό, δεν θα αναφερθούμε στα αυτονόητα. Στο πόσο πετυχημένη σύζυγος και μητέρα ήσουν. Πόσο καλή, αγαπητή και προσηνής ήσουν στους οικείους σου, στους φίλους σου, στους συμπολίτες σου.
Να σου κάνουμε θέλουμε μια κατάθεση ψυχής για όσα πρόσφερες και μας μεταλαμπάδευσες. Δέξου το ως «αντίδωρο» στα πλούσια δώρα που εσύ απλόχερα μας χάρισες.
Θα σε θυμόμαστε με αγάπη και σεβασμό, γιατί στα τόσα χρόνια της Υπηρεσίας σου (εδώ ταιριάζει απόλυτα η λέξη: Υπηρεσία, πρόσφερες και δίδαξες σε έναν-έναν ξεχωριστά από εμάς τα «γράμματα» και τις «εγκύκλιες σπουδές», κάτι όχι μικρό. Κυρίως, όμως, θα σε θυμόμαστε, διότι δίδαξες πολιτισμό και την εύνοια της ουσιαστικής παιδείας, που είναι η διαδικασία κτισίματος μιας ολοκληρωμένης προσωπικότητας.
Μιας παιδείας πάντα υπέρμαχης των ανώτερων αξιών, της ελευθερίας, της αρετής, της αξιοπρέπειας και της ηθικής εξύψωσης του ανθρώπου.
Μέλημά σου δεν ήταν να μας κάνεις απλά γραμματιζούμενους, αλλά μορφωμένους.
Έκανες πράξη και βίωμα την ρήση που χαρακτηρίζει τους καλούς δασκάλους: «ότι ο δάσκαλος είναι σαν το κερί, που ενώ φωτίζει τους άλλους, λειώνει τον ίδιο».
Και εσύ ήσουν μια πολύ σπουδαία δασκάλα, αλλά και ένας πολύ σπουδαίος άνθρωπος.
Με ήθος που δεν συναντά κανείς συχνά και εύκολα. Η προσφορά σου ήταν σε εποχές, όχι πάντα εύκολες και προς μαθητές οικογενειών που χειμάζονταν οικονομικά, γεγονός που πολλαπλασιάζει την αξία της και το ειδικό της βάρος.
Και μέσα σε τέτοιες συνθήκες, πάντα με το ψυχικό σου μεγαλείο και την αλήθεια που σε διέκρινε, τηρούσες την ρήση του εθνικού μας ποιητή ότι «το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικό, ότι είναι αληθές».
Και ήσουν πάντα αληθινή και ουσιαστική κάτι που το θεωρούμε το καλύτερό σου μάθημα προς εμάς.
Σε χρόνια δύσκολα από κάθε άποψη για τον τόπο μας (η τάξη μας, όπως προείπαμε, απεφοίτησε το 1969), τόλμησες να φέρεις νέο, φρέσκο αέρα, στις σχέσεις δασκάλου και μαθητών, κόντρα στις κρατούσες τότε, αναχρονιστικές εν πολλοίς, αντιλήψεις και στερεότυπα. Σχέσεις που βασίζονταν στον αλληλοσεβασμό μεταξύ δασκάλου και μαθητή και όχι στο φόβο του μαθητή απέναντι στο δάσκαλο.
Πέτυχες έτσι να σε βλέπουμε όχι σαν δασκάλα-τιμωρό και απρόσιτη, αλλά σαν δασκάλα παιδαγωγό, πάντα δίπλα μας. Μας έμαθες να αγαπάμε την γλώσσα μας, τους αρχαίους τραγωδούς μας και φιλόσοφους μας. Τους λογοτέχνες μας και γενικά τους ανθρώπους του πολιτισμού μας.
Μας έμαθες να αγαπήσουμε και να κατανοήσουμε την αληθινή ιστορία του τόπου μας, αρχαίας και νεώτερης, απαλλαγμένης από τα αρχαία της στολίδια και κάλλη. Που δεν εμπεριείχε μόνο τις αναμφισβήτητες αρετές και πλεονεκτήματα της φυλής μας, αλλά και τις εγγενείς αδυναμίες και τα ελαττώματά της.
Οι εκτός διδακτέας ύλης αναφορές σου στην επανάσταση του 21 και τον αλληλοσπαραγμό των αγωνιστών της, παραμένουν, ακόμα και σήμερα ζωντανές στη μνήμη μας.
Πάνω από όλα με την διδασκαλία σου και το παράδειγμά σου μας έμαθες να πατάμε στα πόδια μας, μας «έντυσες» τις ελπίδες μας και τα όνειρά μας για μια καλύτερη ζωή από αυτή των γονιών μας.
Μας εμφύσησες την πίστη μας στα ιδανικά για έναν καλύτερο κόσμο. Τσακμάκιζες τη σκέψη μας, γιατί είχες κάνει βίωμά σου αυτό που είχε πει ο Πλούταρχος: «το μυαλό είναι φωτιά που πρέπει να ανάψεις και όχι δοχείο που πρέπει να γεμίσεις».
Δεν θα ήταν καθόλου υπερβολικό να πούμε ότι, αν δεν είχαμε την τύχη να σε συναντήσουμε στα μαθητικά μας χρόνια, δεν θα ήμασταν ίδιοι!
Ο Μπέρτολτ Μπρέχτ σε ένα θεατρικό του έργο αναφέρει: «Σιγουρέψου σαν φεύγεις από τον κόσμο όχι απλά πως ήσουνα καλός μα πως πίσω σου αφήνεις ένα κόσμο καλό».
Να είσαι σίγουρη, Δασκάλα μας, ότι ο σπόρος που έσπειρες σε τόσες σχολικές γενιές, καρποφόρησε! Και χάρη σε σένα γίναμε καλύτεροι!
Με τον χαμό σου φεύγει ένα φωτεινό σημείο αναφοράς της παιδικής μας ηλικίας και του τόπου μας.
Καλό σου ταξίδι!!
Αφήστε μια απάντηση