
Ελάτε τώρα. Μην τους ακούτε. Πώς το έλεγε η Ρένα Βλαχοπούλου ως μοδίστρα στην άμοιρη τη Σούζι που δεν χωρούσε στο φόρεμά της;
“Σούζι, τρως· και ψεύδεσαι και τρως”. Έτσι και οι πολιτικοί μας. Εάν τους περνούσαμε από ανιχνευτή ψεύδους, ούτε ένας δεν θα την έβγαζε καθαρή. Δείτε τι πρεμούρα τους έπιασε τελευταία με τις κυβερνήσεις συνεργασίας. Τις δικές τους κυβερνήσεις συνεργασίας, εξυπακούεται –όχι των απέναντι, τις πρόστυχες, τις τερατογενέσεις. Ας μην υπήρχε εκείνη η ρημάδα η Αρχή της Δεδηλωμένης και θα σας έλεγα πού θα έγραφαν όλες τις κυβερνήσεις συνεργασίας, μηδεμίας εξαιρουμένης.
Όπως τα περισσότερα από τα πράγματα σε αυτή τη ζωή που στράβωσαν καθ’ οδόν, η Αρχή της Δεδηλωμένης ξεκίνησε με τις αγαθότερες των προθέσεων. Ατύπως μέχρι τον Αύγουστο του 1875 και τυπικά μέχρι το 1927, όταν η Αρχή της Δεδηλωμένης συμπεριλήφθηκε στο τότε Σύνταγμα καθώς και σε όλα τα κατοπινά, η πλειοψηφία στη Βουλή ήταν άνευ ουσιαστικής σημασίας. Είτε ασκούσες έλεγχο πάνω σε 151 βουλευτές είτε σε 121 ήταν το ίδιο και το αυτό: ο ανώτατος άρχοντας μπορούσε να ορκίσει όποια κυβέρνηση επιθυμούσε, από όποιο κόμμα επιθυμούσε. Η παθογένεια του πολιτεύματος έγινε αντιληπτή από αρκετούς πολιτικούς εκείνης της εποχής, αλλά έπρεπε να τολμήσει ο Χαρίλαος Τρικούπης με το θρυλικό άρθρο του “Τις πταίει;” (1874) στους “Καιρούς”, μια εφημερίδα “πολιτική, φιλολογική και των ειδήσεων” που
κυκλοφορούσε “δις της εβδομάδος”, και να ακουμπήσει επί τον τύπον των ήλων: “Τις πταίει; Αφ΄ ότου κατά το 1868 εγκαθιδρύθη η αρχή των κυβερνήσεων της μειοψηφίας, παν νέον βήμα της εξουσίας μαρτυρεί περί του σκοπού, εις ον αύτη αποβλέπει. Αψευδής δε απόδειξις του διενεργουμένου σχεδίου και αι άρτι διεξαχθείσαι βουλευτικαί εκλογαί.
[…] Ουδείς αυτών εκλήθη εις την εξουσίαν καθ΄ υπόδειξιν των αντιπροσώπων του Έθνους, ουδείς αυτών εξεπροσώπευσεν εν τη αρχή τας ευχάς του Έθνους. Και οι τρεις υπήρξαν πρόεδροι προσωπικής κυβερνήσεως, τουτέστιν υπηρέται μιας και της αυτής θελήσεως ενεργούσης, οτέ μεν δια τούτου, οτέ δε δι’ εκείνου. Ουδεμίαν ηθικήν ευθύνην φέρει το Έθνος επί τη διαγωγή των προσώπων τούτων […]
Αλλά η ειλικρινής μελέτη του θέματος μάς ήγαγε εις το αλάνθαστο συμπέρασμα ότι δεν πταίει το Έθνος. Αλλού έγκειτε το κακόν και εκεί πρέπει να ζητηθεί η θεραπεία…”.
Ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ που, γενικώς, θεωρείται από τους ιστορικούς ως η πιο επιτυχημένη εκδοχή μονάρχη στη δύστηνη πατρίδα μας (ίσως γι’ αυτό –προσθέτουν οι χολερικοί- είχε τη σκληρή τύχη του κυβερνήτη Καποδίστρια), πήρε τοις μετρητοίς τους προβληματισμούς του Τρικούπη και την αμέσως επόμενη χρονιά (1875), στον ετήσιο Λόγο του Θρόνου, δεσμεύτηκε ότι θα τηρεί απαρεγκλίτως την Αρχή της Δεδηλωμένης: καμία κυβέρνηση δεν θα μπορούσε εφεξής να σταθεί στα πόδια της εάν δεν εξασφάλιζε την απόλυτη πλειοψηφία στην ολομέλεια της Βουλής, τουτέστιν τα 151 από τα 300 ψηφαλάκια.
Μια πικάντικη παρενέργεια από την παραβίαση της Αρχής της Δεδηλωμένης με όχι πάντα χαριτωμένες συνέπειες έσκασε μύτη σε ανύποπτο ιστορικό χρόνο, το 1986, όταν ο τότε πανίσχυρος πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου αποφάσισε να αποψιλώσει τον θεσμό του Προέδρου της Δημοκρατίας από τις εξουσίες του, δίχως παράλληλα να προνοήσει και να αποσυνδέσει την εκλογή του Προέδρου από την προσφυγή στις κάλπες. Έτσι φθάσαμε στο παγκοσμίως παράδοξο σημείο –δική μας πατέντα κι αυτή, ζωή να ‘χουμε- η όποια κυβέρνηση να χρειάζεται ώστε μην καταρρεύσει 151 ψήφους στο κοινοβούλιο, εκτός από μία φορά κάθε πέντε χρόνια, οπότε και χρειαζόταν 180. Αυτό το “παράθυρο ευκαιρίας” -πείτε το κι “εκβιασμό”, δεν ντρέπεται- εκμεταλλεύτηκαν ή απείλησαν ρητά ότι θα εκμεταλλευθούν όλα τα “κόμματα εξουσίας”, αλλά πιο επιτυχημένα από όλους ο Συνασπισμός της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, τον Δεκέμβριο του 2014, με τα γνωστά θλιβερά αποτελέσματα.
Θα ακούσετε τους αρνητές των κυβερνήσεων συνεργασίας να επαναλαμβάνουν σε σημείο κουραστικό ότι δεν διαθέτουμε ως λαός “κουλτούρα” συνεργασίας και αυτό μάλλον οφείλεται στο μπαγιάτικο εθνικό μας DNA. Η αλήθεια είναι πως αιώνες ραγιαδισμού και δυσανεξίας μάς έχουν αφήσει ως κληρονομιά μια διόλου αξιοκαταφρόνητη ανατολίτικη ικανότητα παζαρέματος και κουτοπονηριάς: τίποτε δεν πρόκειται να σου δώσω δίχως αντάλλαγμα κι εκεί που πονάς θα σε χτυπήσω. Για να σας το ζωγραφίσω αλλιώς: ξέρετε τι σημαίνει να διαθέτεις 149 ή 148 έδρες, να σου υπολείπονται δύο ή τρεις και να πρέπει να φοράς το πιο πλατύ σου χαμόγελο, να οπλίζεσαι με ιώβεια υπομονή και να διαπραγματεύεσαι τις εξωφρενικές αξιώσεις που υπαγορεύει με τουπέ χιλίων καρδιναλίων το κοινοβουλευτικά σπιθαμιαίο υποψήφιο συνεταιράκι σου; Μην το συζητάτε. Τέτοιο καψόνι, ούτε στον εχθρό σας.
THETOC
Αφήστε μια απάντηση